Ήταν δύσκολες οι τελευταίες μέρες. Ενεκατώθηκα σε ένα πρότζεκτ με πολλή πίεση χρόνου. Τα εργαλεία που είχα να χρησιμοποιήσω ήταν περιορισμένα τζαι η αλήθκεια έν’ ότι ήταν αρκετά πολύπλοκο.
Ο χρόνος επερνούσεν απίστευτα γλήορα. Όσο πιο πολλά προβλήματα έβρισκα τόσο ελλιάνισκεν ο χρόνος. Ένιωθα ότι ήμουν κλεισμένος σε ένα δωμάτιο γεμάτο με τρύπες που επιτούσαν νερό. Το δωμάτιο εγέμωννε γλήορα τζαι όσες τρύπες εκατάφερνα να κλείσω, άλλες τόσες αννοίαν που ταπισών τους.
Ήταν θέμα χρόνου να πνιώ.
Επήαιννα δουλειά πρώτος που ούλλους τζαι έφευκα τελευταίος. Εδούλευκα που σπίτι, Σαββατοκυρίακα τζαι ώρες που οι άλλοι εξεκουράζουνταν. Καμιά που τες προσπάθειες μου δεν απόδωσε τζείνο που έθελα. Ένα χάος, ούλλα όσα είχαν να κάμουν με την δουλειά. Σε κάποιο σημείο, έμεινα όπως τον χαντό να θωρώ την οθόνη του κομπιούτερ μου. Ριστάρτ, κέρνελ πάνικ, ριστάρτ, κέρνελ πάνικ.
Ώς τζαι το μηχάνημαν επανικοβάλλετουν. Σκέφτου εγώ.
Ήρτα σπίτιν η ώρα εννιά την νύχτα τζαι η γυναίκα μου επερίμενε με για να στρώσει τραπέζι να φάμε. Κκιοφτέδες με κριθαράκι τζαι σαλάτα. Ενώ συνήθως τρώω σαν τον νηστικό, τζείνη την νύχτα έμεινα νηστικός.
«Είντα μαραζώννεις;» είπε μου. «Τι εν το σιειρόττερο που μπορεί να συμβεί; Να στήσετε τες μηχανές νάκκον πάρακατω; Να αρκήσετε λλίο; Την άλλη εβδομάδα ποιος εννά νοιάζεται;»
Πράγματι, τούτη την εβδομάδα δεν νοιάζεται κανένας. Με ηρεμία τζαι την βοήθεια ενός Ινδού, εκατάφερα να φκω που μέσα τζαι να σάσω τα προβλήματα. Εκάμαν με φοινιτζιά για δέκα λεπτά. Η ζωή εσυνέχισε αμέσως μετά. Κανένας δεν νοιάζεται πλέον. Το κέρνελ εσταμάτησε να πανικοβάλλεται τζαι εγώ επέστρεψα στην σχετικά ήρεμη τζαι μονότονη καθημερινότητα μου.
Ίσως να εφοούμουν ότι έννα με πάρουν για αχάπαρο αν δεν τα έφκαλλα πέρα. Να συζητούν στους διαδρόμους για χρόνια μετά, ακόμα τζαι άμα φύω που την εταιρεία, για τζείνη την ημέρα που έναν κομμάτι κώδικα έβαλε με πουκάτω. Ίσως πάλε να ενόμιζα ότι αν τα καταφέρω σε κάτι τόσο πολύπλοκο, ότι έννα πάω δουλειά την επόμενη μέρα τζαι να με υποδεχτούν με τιμές πρωταθλήτριας ομάδας στο Τσιάμπιονς Λιγκ. Να βάλουν μια ταπελλούα με την φάτσα μου στην είσοδο της εταιρείας τζαι να γράφει που κάτω για την μέρα που εκατατρόπωσα τον κλάστερ με το κόκκινο καππέλλο.
Εν έγινε τίποτε που τούτα. Όσο κοινότοιπο τζαι αν ακούεται, εν επειδή αγχωνούμαστε άδικα. Μετά που λλίες μέρες κανένας δεν θυμάται τζείνο το μικρό μαρτύριο που επεράσαμε. Μετά που ακόμα λλίο τζαιρό, δεν το θυμούμαστε ούτε εμείς οι ίδιοι.
Γι’ αυτό τζαι η γυναίκα μου εγόρασε μου μια γλάστρα με ένα μικρό φίκο για να την βάλω στην δουλειά. Για να θυμούμαι ότι στο τέλος πάντα καταφέρνουμε τα τζαι μετά που λλίο απλά ο κόσμος συνεχίζει να γυρίζει.