02
Nov 12

Ο τραυματίας

Με κατεύθυνση το κέντρο της Λευκωσίας, στα φώτα της διασταύρωσης του Βαρδάρη με το ΌΧΙ, επρόσεξα ένα άνθρωπο στην άκρη του δρόμου ξαπλωμένο. Έκπληκτος, είδα τα αυτοκίνητα δίπλα μου να απομακρύνονται, βουρώντας να προλάβουν το πράσινο. Άνοιξα το παράθυρο τζαι εφώναξα, «Φίλε είσαι καλά, χρειάζεσαι βοήθεια;».

Ο άνθρωπος εδίκλησε πάνω τζαι είδε με χωρίς να απαντήσει. Έπιασα πάντα τζαι εκατέβηκα.

Ετηλεφώνησα ασθενοφόρο τζαι κοντεύκοντας εκαταλάβα ότι η κατάσταση του ήταν σιειρόττερη από ότι εφαίνετουν που το αυτοκίνητο. Τα μάθκια του ήταν πρησμένα τζαι η κκελλέ του ήταν γεμάτη ξεραμένα αίματα τζαι μαυρίλες.

Τα ρούχα του ήταν σχισμένα τζαι τα σιέρκα του χταρμένα άσιημα. Έμοιαζε να τον έδερε κάποιος τζαι να τον εκολώσυρε στο παγκέττο. Μισά ελληνικά, μισά εγγλέζικα ερώτησα τι εσυνέβηκε.

Χρησιμοποιώντας την ίδια μισοδότζιη γλώσσα επικοινωνίας, απάντησε μου ότι κάποιος του εκτύπησε με το αυτοκίνητο τζαι ότι ηταν τζιαμέ κανένα μισάωρο.

Κάποιοι ξένοι, επεράσαν τζαι εσταματήσαν  να δουν τι έγινε. Ερωτήσαν τον διάφορα, έμοιαζε να τους εμπιστεύκεται παραπάνω που μένα. Που τα λλία που εκατάλαβα, ήταν που την Συρία. Επέμενε στην ίδια ιστορία ότι κάποιο μερσεντές του εκτύπησε τζαι άφησε τον αιμόφυρτο.

Ήμουν λλίο καχύποπτος για το πώς μπορεί να είσιεν συμβεί το περιστατικό. Εν είμαι γιατρός, ούτε ντετέκτιβ, αλλά οι φατσιές που είσιεν εμοιάζαν μου παραπάνω να επροκληθήκαν που ξύλο παρά που ατύχημα. Εν υπήρχε λόγος να τον αμφισβητήσω. Εξάλλου το πώς εσυνέβηκε ήταν άσχετο.

Σημασία είσιεν ότι ένας άνθρωπος κτυπημένος, αιματωμένος, ήταν μέσα σε ένα αυλάτζι για ώρα τζαι κανένας δεν εσταμάτησε να τον βοηθήσει. Λλιο μετά το τηλεφώνημα μου εφτάσαν αστυνομικοί με μοτόρες. Επροσπαθήσαν να του μιλήσουν αλλά αντιμετώπισε τους το ίδιο αδιάφορα όπως εμένα.

Αθόρυβα, εδιαλύθηκε σιγα, σιγα τζαι το πλήθος που είσιεν συναχτεί γυρώ μας. Η άμπουλα έφτασε λλίο αργότερα.

Εκατέβηκε που μέσα μια νοσοκόμα. Εν μας ερώτησε τίποτε, εβούρησε, έπιασε του την κκελλέ του τζαι άρκεψε να τον εξετάζει. Τζείνος, μόλις του εκόντεψε η νοσοκόμα, εξέσπασε. Ελυτρώθηκε μόνο με την παρουσία της.

Μια γλυτζιά, κοκκινομάλλα, νοσοκόμα, εχάδευκε του τα μαλλιά  τζαι επροσπάθαν να τον καθησυχάσει. «Μην κλαίς καλέ μου, όλα θα παν καλά» ελάλεν του τζαι τζείνος ούλλο πιο έντονα εμουγκάριζε όπως το μωρό. Τα άσπρα της τα σιερούθκια ήταν όπως τους κρίνους πας το μαυρισμένο του το πρόσωπο.

Εμπήκα στο αυτοκίνητο τζαι έφυα. Ούλλη μέρα εσκέφτουμουν πόσο ανεπαίσθητα συνυπάρχει στην εποχή μας η αδιαφορία τζαι η σκληράδα, με την τρυφερότητα τζαι την συμπόνια. Ευτυχώς υπάρχει μια δόση λογικής τζαι καλοσύνης να αντισταθμίζει τούτη ούλλη την παράνοια που ζούμε.


30
Oct 12

Ρατσισμός

Τις προάλλες έδωκα πάνω σε ένα βίντεο του Αρχιεπισκόπου, σε μια συνέντευξη που έδωσε στο ΡΙΚ. Σε ελεύθερη μετάφραση, ο δημοσιογράφος ερώτησεν τον «Θα ψηφίζατε ποτέ αριστερό υποψήφιο;». Με βροντερή, γεμάτη σιουρκά τζαι αυτοπεποίθηση φωνή, ο προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κύπρου απάντησε «Μέχρι και μαύρο θα εψήφιζα αν με αντιπροσώπευε»

Δώσε χρόνο του εγκεφάλου σου να επεξεργαστεί τούτη τη κουβέντα. Μια που τες πιο γνωστές προσωπικότητες της Κύπρου, ο άνθρωπος που διαχειρίζεται την περιουσία ενός που τους πιο πλούσιους οργανισμούς του νησιού, ο υπεύθυνος του ιδρύματος που επηρεάζει τζαι κατευθύνει τη συλλογική συνείδηση μιας τεράστιας μάζας λαού εφκήκε στην κρατική τηλεόραση τζαι έκαμε ένα εντελώς ρατσιστικό τζαι κοινωνικά λάθος σχόλιο.

Δεν ετάραξε φύλλο. Δεν ασχολήθηκε κανένας. Ακόμα τζαι ο δημοσιογράφος, εχαμογέλασε ευγενικά τζαι συνέχισε με τις ερωτήσεις του. Ούτε πως ο Αρχιεπίσκοπος εμίλησε υποτιμητικά για μια ομάδα ανθρώπων με διαφορετικά χαρακτηριστικά που τον κυρίαρχο πληθυσμό της Κύπρου.

Τούτη η ανοχή που έχουμε σαν λαός αλλά τζαι τούτη η κοινωνική λογική του ότι μπορείς να χρησιμοποιήσεις την λέξη «μαύρος» σε μια πρόταση, για να παρουσιάσεις μια σύγκριση με υποτιμητικό χαρακτηρισμό δεν ενοχλεί κανένα τελικά. Πάρε για παράδειγμα την κοινωνική ρήση «Είμαι τίποτε μαύρος;» που χρησιμοποιούμε συχνά για να δείξουμε ότι μια κατάσταση αξίζει μόνο σε κατηγορία ανθρώπων που είναι υποδεέστερη που εμάς.

Ο ρατσισμός εν μες την κοινωνία, κληρονομάς τον που προηγούμενες γενιές τζαι εν τέλει καταλήγεις να τον ανέχεσαι. Ίσως παλιά να έμοιαζε ακίνδυνος, αδιάφορος. Σήμερα όμως εν επικίνδυνος τζαι καταστροφικός.

Το παράλογο εν ότι εμείς σαν κοινωνία ανεχούμαστε το τζαι πολλές φορές επικροτούμεν το. Σάννα τζαι εν είμαστε ποττέ μας πρόσφυγες τζαι μετανάστες. Παραδόξως, την ίδια στιγμή διαμαρτυρόμαστε για τα ρατσιστικά σχέδια λύσης του Κυπριακού τζαι την ρατσιστική αλλαγή στους όρους εισδοχής των πανεπιστημίων στην Ελλάδα.

Ενώ η λέξη ρατσισμός εν μες το λεξιλόγιο μας τζαι μες την ζωή μας τζαι χρησιμοποιούμε την με την κάθε ευκαιρία, ποττέ δεν εμάθαμε την πραγματική της σημασία. Ρατσισμός στην Κύπρο, εν μόνο άμα κάποιος αδικεί τους Κυπραίους, ποττέ άμα οι Κυπραίοι αδικούν κάποιον άλλο.

Τούτες οι αντιλήψεις που μας σφηνώνουν μες το μυαλό μας που τον τζαιρό που μαθαίνουμε να σκεφτούμαστε, φκαίννουν έξω σήμερα, τζαι βρίσκουν σαν αιτίες των προβλημάτων μας, τους αλλοδαπούς. Έτσι, κατά συνέπεια, δημιουργούνται παρατάξεις που στην ουσία σκοπό έχουν να δέρνουν μετανάστες τζαι πρόσφυγες. Έτσι, ο απλός κόσμος φωνάζει τζαι ξιτιμάζει τους ξένους, αντί τους πραγματικούς υπεύθυνους για την κατάντια του τόπου.

Έτσι τζαι τζείνοι που έχουν ευθύνες, έχουν το θράσος να φκαίννουν στα κανάλια τζαι να λαλούν ότι λαλούν, για τους «μαύρους».


25
Oct 12

Ο κήπος

Σαν κηπουρός, εν είμαι τζιαι πολλά συνεπής. Ούτε τζιαι πολλά καλός, αλλά εν που τες αγαπημένες μου ασχολίες. Γεμώννει με ένα αίσθημα δημιουργίας, μια ικανοποίηση άμα θωρώ τα δεντρά τζιαι τα λουλούδια να ανθίζουν τζιαι να πλημυρίζουν την αυλή μου.

Νομίζω ότι εν κάτι που πηγάζει που την παιδική μου ηλικία. Εμεγάλωσα σε μια αυλή διαρρυθμισμένη ανάλογα της εποχής τζιαι με βάση τες καλλωπιστικές ιδέες της γιαγιάς μου τζιαι της μάνας μου. Γεμάτη δεντρά τζιαι φκιόρα σφηνωμένα μέσα σε κκεσέδες του γιαουρτιού, σε τενεκκέδες του λαθκιού, σε γλάστρες, σε λασάνια, ακόμα τζιαι σε κομμένες μπουκάλες του νερού.

Η αυλή στο πατρικό μου το σπίτι, ήταν γεμάτη λογιών πολλών βλάστηση. Καττούθκια, σκυλλάκια, βασιλιτζιές, κόλιαντρο, θκιόσμη, τσαρτελλούθκια, γαρύφαλλα τζιαι τριανταφυλλιές. Είχαμε ένα περίεργο κακτοειδές, που άμα το χάρασσα εφκαλλεν ένα άσπρο υγρό που εκολλίτσιαζε. Ένα κυπαρίσσι έξω στο παγκέττο τζιαι ένα γιασεμί που εσκαρφάλλωνε πάνω σε ένα περίεργο, μεταλλικό κατασκεύασμα που έμοιαζε με σκελετό σιντριβανιού.

Ο κήπος στο πατρικό μου το σπίτι, ήταν ένα χάος  χλωρίδας. Ένας πράσινος πανικός.

Τούτη η ανοργανωσιά, η αταξία εδημιουργούσε μια πολλά συναρπαστική καθημερινότητα για μένα. Κάθε μέρα στον κήπο ήταν μια διαφορετική περιπέτεια.

Στον κήπο μου σαν ενήλικας, απέφυγα να δημιουργήσω τούτο το χάος. Ίσως επειδή άμα είσαι μωρό το χάος προκαλεί σου ενδιαφέρον, ενώ όσο μεγαλώνεις προκαλεί σου φόβο, ανησυχία. Υπάρχει ένα λασάνι με λαχανικά, στην μέση το γρασίδι τζιαι γυρώ, γυρώ παραταγμένα μερικά δέντρα τζιαι λουλούδια.

Τζείνο το ζεστό, καλοκαιρινό, απόγευμα, εκάθεσουν με τη μάμμα σε ένα σκαλάκι κοντά στο γρασίδι. Άνοιξα τα ποτιστήρκα για να ποτίσω τζιαι εβούρησα να έρτω κοντά σας για να μεν βρεχτώ.

Αντίθετα με εσένα, που χωρίς δεύτερη σκέψη, εσηκώθηκες τζιαι άρκεψες να βουράς πάνω, κάτω μες το γρασίδι, κάτω που τες καμάρες που εσχημάτιζε το νερό. Εγέλας, ανέμιζες σιέρκα τζιαι πόθκια, εφώναζες του νερού τζιαι άπλωννες να συνάξεις τες σταγόνες. Εσουππώσαν τα μαλλιά σου χώννοντας το πρόσωπο σου τζιαι έπλεες σε πελάγη ευτυχίας.

Έκαμα να σε πιάσω, αλλά η μάμμα σου είπε μου «Άφηστην».

Έκατσα πίσω, να σε θωρώ να παλιώνεις με το ποτιστήρι τζιαι να κατευθύνεις το νερό σε ανεξέλεγκτες πορείες. Να νευριάζεις που το νερό πιτά με δύναμη στα μούτρα σου αλλά με πείσμα να επιστρέφεις τζιαι να προσπαθείς να το ελέγξεις.

Ενάμιση χρονό πλασματούι έδειχνες μου, ίνταλως ανύποπτα μέσα που τα χρόνια, η περιπέτεια χάννεται τζιαι την θέση της πιάνει η ρουτίνα. Έφκαλα σου την φανέλα για να μεν κρυολογήσεις, τζιαι άφηκα σε τιτσιρού, ανέμελη να απολαύσεις τον υδάτινο πανικό του κήπου.


08
Oct 12

Αγάπη

Τα μεσημέρια του Σαββάτου, η Έλενα παίρνει τα μωρά να φαν χάμπουρκερ. Έτσι εν η συμφωνία που έκαμαν. Ούλλη την εβδομάδα εν φρόνιμοι, θκιαβάζουν,  τζιαι τρων τα φασόλια ή τα λουφκιά τους. Έτσι τζιαι η Έλενα εν συνεπής τζιαι δικάιη, το Σάββατο, παν στο φαστφουντάδικο, παραγγέλλουν ότι θέλουν τζιαι παίζουν στον παιδότοπο.

Μόλις επάρκαρε το αυτοκίνητο, οι μιτσιοί, ο Πάρης τζιαι ο Αντώνης, εσιονοστήκαν έξω, όπως το νερό έξω που το φράγμα. Με την ίδια ορμή τζιαι με την ίδια αίσθηση ελευθερίας. Ασυγκράτητοι εβουρήσαν προς το ταμείο να παραγγείλουν το φαί τους. Η Έλενα εποφύσισε, εκούμπησε στιγμιαία πίσω στο κάθισμα τζιαι με μια αποφασιστική κίνηση άνοιξε την πόρτα.

Χαμογελαστή, επερπατούσε πίσω τους, φωνάζοντας τους να προσέχουν. Εφάαν, τζιαι μετά το φαί, οι μιτσιοί επήαν να παίξουν στον παιδότοπο. Η Έλενα εφκήκεν έξω, εστάθηκε δίπλα που το πάρκινγκ τζιαι  άναψε τσιγάρο. «Πολλή ζέστη», εσκέφτηκε τζιαι εσκούπησε τον ιδρώτα που τα βλέφαρα της.

Το βλέμμα της, έππεσε μέσα στο εστιατόριο, σε μια απόμερη γωνιά απομακρισμένη που τα άλλα τραπεζάκια. Θκυο μιτσιοί, εκάθουνταν τζιαμέ. Εντζίζαν ο ένας του άλλου τζιαι επειράζουνταν. Ξαφνικά ο ένας επέρασε το σιέρι του γυρώ που τους ώμους του άλλου. Ό άλλος ακούμπησε το κεφάλι του στο στήθος του φίλου του τζιαι ο πρώτος εφίλησε του γλυκά τζιαι απαλά τα μαλλιά.

Εμείναν έτσι για κάποιες στιγμές, ακίνητοι, ανέμελοι, σάννα τζιαι ήταν οι τελευταίοι άνθρωποι πάνω στην γη. Πίσω τους η Έλενα, με την καύτρα του τσιγάρου να πλησιάζει επικίνδυνα τα δάκτυλα της. Σαστισμένη, αποσβολωμένη σάννα τζιαι επαρακολουθούσε το πιο συγκλονιστικό έργο του κόσμου.

Στο νού της ήρτεν μια νύχτα που εκάθετουν με τον Μιχάλη σε ένα παγκάκι, στον λόφο του Πλατύ. Επέρασεν το σιέρι του μέσα που τα μαλλιά της τζιαι ετράβησεν την πάνω του. Έκλεισε τα μάθκια της για μια στιγμή τζιαι η άυρα του καλοτζιαιρκού εθύμησε της την ζεστή του ανάσα στον λαιμό της. «Αγαπώ σε», άκουσεν την φωνή του, σαν πριν 10 χρόνια να της λαλεί. Το κορμί της ούλλο να γίνεται ένα κομμάτι σίερον ηλεκτρισμένο, τζιαι τα σιείλη της να γυρεύκουν τα δικά του, σάννα τζιαι εν το τελευταίο πράμα που ήταν να γευτούν.

Ένιωσεν ένα σιέρι να της τραβά την μπλούζα της. Εξιππάστηκε, άνοιξε τα μάθκια της τζιαι είδεν τον Πάρη, τον γιό της τον μιτσή να την θωρεί. Με ύφος μυστικού τζιαι με φωνή απορημένη είπε της «Μάμμα, τζείνοι οι θκυό οι άντρες τζιαμέ γιατί φιλιούνται;». Άπλωσε το σιέρι της, εχαμογέλασε τζιαι εχάδεψε του τα μαλλιά, λαλώντας «Επειδή αγαπιούνται μάθκια μου».


01
Jun 12

Ο Σάββας

Πρέπει να ήταν καλοκαίρι του 95 που εγνώρισα τον Σάββα. Ο ίδιος λαλεί ότι η φήμη μου έφτασε σε τζείνο χρόνια πριν, λόγο μιας διαμάχης που είχα με κάποιον συμμαθητή του τζιαι ότι κανονικά έπρεπε να τον θυμούμαι μιας τζιαι επαένναμε στο ίδιο σχολείο.  Σημασία για μένα έσιει ότι εν μπορώ να τον θυμηθώ μες την ζωή μου πριν τζείνο το απόγευμα. Ακόμα μεγαλύτερη σημασία έσιει το ότι εν ένας που τους ελάχιστους ανθρώπους που επεράσαν που την ζωή μου, για τους οποίους θυμούμαι την πρώτη φορά που τους εσυνάντησα.

Εκατέβαινα περπατητός τον κατηφορικό δρόμο που ενώνει το πανεπιστήμιο Κύπρου με το γυμνάσιο Αγλαντζιάς. Ήταν γύρω στις 7 το δείλης τζιαι επέστρεφα σπίτι μου. Εν μπορώ να ανακαλέσω ακριβώς που ήμουν πριν, αλλά αν κρίνω που το σημείο που ξεκινά η ανάμνηση, πρέπει να ήμουν στο δημοτικό του Κορνέσιου, στο Λυκαβηττό, τζιαι να έπαιζα μπάσκετ.

Εν θα μπω σε λεπτομέρειες για το πως εν o δρόμος τζιαμέ, νομίζω εν αδύνατο να περιγράψω την ομορφιά τζείνου του δρόμου που περνά μέσα που το πυκνό δάσος. Όσοι εν που την περιοχή, σίουρα ξέρουν τον δρόμο τζείνο, που περνά έξω που το παλιό στρατόπεδο των διαβιβάσεων. Όσοι εν έχουν ιδέα που εν ο τόπος που λαλώ, ας πάν ένα απόγευμα στο δάσος της Αγλαντζιάς για περπάτημα τζιαι να πιάσουν τον δρόμο για να φκούν μέσα στο γυμνάσιο. Αν η Λευκωσία είσιεν Central Park, σίουρα θα ήταν το δάσος της Αγλαντζιάς.

Εσουρούππωνε τζιαι επέστρεφα όπως είπα σπίτι. Με τα ρούχα μου λερωμένα τζιαι δρωμένα τζιαι με την γεύση του παιγνιδιού να γεμώνει το στόμα μου.

Το παιγνίδι έσιει γεύση; Έσιει καλό! Τζιαι μάλιστα διάφορες.

Εν η γεύση χώμα, άμα ππέσεις με τα μούτρα μες τα χώματα για παράδειγμα, ή άμα τρώεις παγωτό τζιαι γλύψεις την κρέμα που έσταξε στο δάκτυλο σου, χωρίς να πλυθείς. Η γεύση γαίμα, ασπούμε, άμα χτάρεις το γόνατο σου τζιαι φιλάς το για να γιάνει πιο γλήορα. Μετά το μπάσκετ στον Κορνέσιο, είχα την γεύση άσφαλτος. Ήμουν ολόμαυρος τζιαι καταχταρμένος, αφού το γήπεδο του μπάσκετ ήταν ασφάλτινο τζιαι σίουρα είχα ππέσει καμια εικοσαρκά φορές χαμέ.

Σε τζείνη την ηλικία μόνο μπορείς να εκτιμήσεις το καλοκαίρι. Τα σούρουππα, άμα ετέλειωνε η μέρα, τζιαι ανυπομονούσες να ξημερώσει η επόμενη μέρα για να συνεχίσεις που τζιαμέ που έμεινες. Όση ώρα είσιεν μέρα, τόση ώρα είσιεν τζιαι παιγνίδι.

Έτσι τζιαι εγώ εκατέβαινα το κατήφορο τζιαι εσκέφτουμουν που θα έπαιζα τζιαι τι θα έπαιζα την επομένη.

Εσταμάτησε δίπλα μου ένα ποδήλατο. Εκαβαλληκούσε το ένας μιτσής με σχετικά μακριά, ξανθά μαλλιά, κουρτινούες. Λεπτός, μισκίνης. Η φάτσα του ήταν γνωστή αλλά εν τον έξερα η αλήθκεια ήταν.

Λαλεί μου, “Είσαι ο Σταυρίνος;”, λαλώ του “Ναι”, “Είμαι ο Σάββας.” λαλεί μου.

Μετά που τόσα χρόνια, ακόμα παραξενεύκει με το γεγονός ότι εμίλησε μου χωρίς να ήμαστε φίλοι. Εντάξει, τότε οι άνθρωποι ήταν πιο φιλικοί απο ότι σήμερα. Επίσης στα δεκαπέντε σου, ακόμα εν σου εφυτεύτηκε η καχυποψία τζιαι η ανθρωποφοβία, οπόταν εν πιο εύκολο σου να μιλήσεις σε κάποιον που εν ξέρεις. Τζιαι όμως, εγώ εν ήμουν τζιαι το πιο φιλικό πρόσωπο στον κόσμο. Πολλές φορές διερωτούμαι πως με ανέχουνταν τότε οι φίλοι μου. Ήμουν νευρικός, είρωνας, ανταγωνιστικός τζιαι αντικοινωνικός. Λόγο του ότι έτρωα πολλή πείραγμα στο σχολείο επειδή ήμουν μικροκαμωμένος, εξέλιξα μια αντικοινωνική συμπεριφορά για να αποπαίρνω οποιονδήποτε είσιεν μες το νου του να με πειράξει. Εξ’ ου τζιαι οι καυγάδες λόγο των οποίων η φήμη μου επροέτρεχε της παρουσίας μου.

Ο Σάββας όμως εμίλησε μου τζιαι εσυνέχισε να πατιθκιάζει σιγά, σιγά δίπλα μου ώσπου τζιαι επρότεινε μου να με κάτσει πας τα τιμόνια για να πάμε σπίτι.

Σάββας: Έσιεις ποδήλατο;

Σταυρίνος: Έχω ένα Kuwahara Scamp. Εν ξηλωμένο όμως. Δουλεύκω με τον παπά μου στα χτίσματα τζιαι φυλάω λεφτά να το βάψω τζιαι να το στήσω.

Σα: Που το ήβρες το Scamp;

Στ: Αντάλλαξα το με ένα άλλο που είχα, ένα Kuwahara Executive. Έδωκα το του Sparrow (γνωστός κοντραμπαδώρος της εποχής μας) τζιαι έδωκε μου το Scamp.

Σα: Είσαι παλαβός, το Executive εν πολλά καλύτερο που το Scamp. Ώστε εν που εσένα που ετσίμπησε το Executive ο Sparrow τζιαι έφερνε το τζιαι εχούμιζε μας το. (το ποδήλατο εν ήταν Executive τελικά, ήταν KE-1, εν ξέρω γιατί το λαλούσαμε Executive. Ήταν όμως εξαιρετικά σπάνιο τζιαι ακριβό.)

Στ: Εσύ που ξέρεις;

Σα: Έφερε το τζιαμέ στον Αγρότη που κάμνουμε ποδηλασία.

Κουβέντα στην κουβέντα, ερώτησε με τι μουσική ακούω. Είπα του ότι αρέσκει μου ο Βασίλης  Παπακωνσταντίνου.

Είπε μου ότι ο Παπακωνσταντίνου εν ένας μαλάκας που έπιασε τα τραούθκια του Άσιμου τζιαι έκαμε τα επιτυχίες τζιαι ότι εν του αξίζει να εν τζιαμέ που ένει. Τζιαι τότε εγώ, ερώτησα ποιός εν τούτος ο Άσιμος;

Μέτα που καμιά εβδομάδα, έφερε μου μια κασέττα γεμάτη με τραούθκια του Άσιμου. Έκατσε τζιαι εζωγράφισε το εξώφυλλο, έγραψε μου λίστα τραγουδιών στο πίσω μέρος τζιαι στο inseam του εξωφύλλου, έγραψε μου μια μικρή βιογραφία του Άσιμου. Έχω την κασέττα μέχρι σήμερα.

Τζιαι ο Σάββας εν δαμέ, μέχρι σήμερα. Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά. Εν πιο πασιής, πίννει παραπάνω μπύρες τζιαι εν βουρά αγώνες με τα κουρσέ. Πιάννει το mountain bike του ενίοτε, τζιαι πουκουππίζεται που τους κρεμμούς κάτω. Αγαπά το ποδήλατο όπως το αγαπούσε πάντα.

Μετά που τόσα χρόνια, θωρώ πίσω μου τζιαι ο Σάββας ήταν τζιαμέ, στες πιο σημαντικές στιγμές της ζωής μου. Στα πιο δύσκολα τζιαι στα πιο εύκολα. Εφάαμεν, ήπιαμε, εγελάσαμε, επιττώσαμε, εκλάψαμε, εχορέψαμε, εγυρίσαμε μαζί. Τούτα ούλλα έκαμα τα τζιαι με άλλους όμως.

Ο Σάββας έμαθε με ότι μπορείς να αγαπάς κάτι τζιαι κάποιον, χωρίς περιορισμούς τζιαι όρους. Ότι μπορείς να δώκεις τα πάντα, χωρίς να σκεφτείς, για να αποκτήσεις κάτι που θέλεις. Ότι μπορείς να είσαι ειλικρινής, φιλικός, καλοσυνάτος τζιαι ήρεμος, τζιαι ότι ο κόσμος, εννα το εκτιμήσει.

Πολλές φορές, εσκέφτηκα ότι εν αφελής, ότι εν επιπόλαιος. Έννεν έτσι όμως. Ο Σάββας εξέφυγε που τες σκέψεις-δεσμά που κατακλύζουν τους υπόλοιπους μας, την ώρα που ξεκινούμε να κάμουμε κάτι.

Την ώρα που εννα ππέσει που τον κρεμμό, εννα ππέσει τζιαι μετά εννα σκεφτεί ότι ίσως να έπρεπε να το σκεφτεί λλίο καλύτερα. Εγώ εννα κάτσω στην άκρη τζιαι να σκέφτουμε ακόμα τες συνέπειες του αν δεν τα καταφέρω.

Εν τα καταφέρνει πάντα, εν η αλήθκεια. Αλλά πάντα έρκετε πίσω που κάθε χτύπημα, με την ίδια ευδιαθεσία τζιαι την ίδια αισιοδοξία. Εν σάννα τζιαι εν συνέχεια ευγνώμων που ζει, που εν δαμέ. Πράμα που πολλοί που εμάς εν κάμνουμε.

Είδα τον τζιαι κακοδιάθετο, νευριασμένο, πληγωμένο. Είδα τον να κλαίει τζιαι να φωνάζει, πληγωμένος που τους ανθρώπους τζιαι που την ζωή. Ήταν που τες πιο δυσάρεστες εμπειρίες της ζωής μου. Είδα τον όμως να θωρεί μπροστά τζιαι να συνεχίζει.

Ξέρω ότι έζησε πράματα που πολλοί που εμάς εν θα αντέχαν. Πράματα, που πολλοί εννα εφταίαν την ζωή τζιαι τον κόσμο ώσπου να πεθάνουν, λόγο του ότι εζήσαν τα. Τζείνο που εγεννήθηκε μέσα που τζείνα ούλλα, εν ένας καλοπροαίρετος τζιαι φιλικός άνθρωπος που μπορεί να κάμει τα πάντα για να σε βοηθήσει. Ένας άνθρωπος που ούλλη του η ύπαρξη φωνάζει, είσαι τυχερός που είσαι δαμέ, πρέπει να είσαι ευγνώμων.

Έσιει ελαττώματα, ξέρω το. Ποιός έν έσιει; Θώρω όμως ότι μέσα που τα χρόνια της φιλίας μας, μινήσκουν μου τα θετικά πράματα. Ο Σάββας, εν κάτι παραπάνω που αδελφικός μου φίλος. Ο Σάββας εν ένας άνθρωπος που με κάμνει να θέλω να γινώ τζιαι εγώ καλύτερος, άνθρωπος. Τζιαι είμαι τυχερός που τζείνο το σούρουππο, εβρέθηκε στον δρόμο μου.