Εν πρέπει να ήμουν πάνω που 7-8 χρονών. Θυμούμαι ότι ήμουν δευτέρα ή Τρίτη δημοτικού. Ήταν μια εθνική επέτειος τζιαι είμαστε μαζεμένα ούλλα τα μωρά του σχολείου στην αυλή, για να μας μιλήσει ο διευθυντής.
Εν θυμούμαι τι έγινε μετά την γιορτή αλλα ούτε τζιαι θυμούμαι τι έκαμνα πριν. Έμεινε στο νού μου, όπως την μεταξοτυπία, τζείνη η μια ώρα που εστεκούμαστε ούλλοι στοιχημένοι ανα τάξη τζιαι ακούαμε τον διευθηντή να μας μιλά για την επέτειο.
Θυμούμαι που μας εμίλησε για τον Λεωνίδα τζιαι τους τριακόσιους του. Που επροτάξαν τα στήθη τους στους Πέρσες τζιαι ανακόψαν την πορεία τους προς την υπόλοιπη Ελλάδα. Που έστω τζιαι λλίοι, εβάλαν τα με τες ορδές των βάρβαρων εχθρών από την ανατολή τζιαι αντιμετώπισαν τους ηρωικά. Που επεθάναν σαν ήρωες τζιαι εμείναν στην ιστορία.
Συνεχίζοντας, είπε μας για την Κύπρο μας που ήταν πατημένη που τον βάρβαρο κατακτητή για τόσα χρόνια. Που επειδή ζήλεψαν την ομορφιά της, οι Αττίλες εισέβαλαν στα άγια εδάφη της τζιαι εμοιράσαν την στα δύο. Αλλά μια μέρα, θα επιστρέψουμε στην Κερύνεια μας, στην Αμμόχωστο μας τζιαι στο Καρπάσι μας τζιαι θα διώξουμε τους Αττίλες που το νησί μας.
Ο διευθυντής, τελειώνοντας την ομιλία του, είπε μας ένα απόφθεγμα του Γουινστον Τσωρτσιλ. «Οι Έλληνες δεν πολεμούν σαν ήρωες. Οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».
Αν τζιαι μωρό, ενθουσιάστηκα. Ένιωσα περήφανος που είμαι Έλληνας, που έχω έτσι προγόνους. Ένιωσα ότι πρέπει να σταθώ αντάξιος της τιμημένης ιστορίας που έχω στην πλάτη μου. Ένιωσα παράλληλα ένα μίσος για τους κατακτητές που μας στερούν την γή μας τόσα χρόνια. Που εφέραν τον πόλεμο, τον πόνο τζιαι την σκλαβιά στην Κύπρο μας.
Η γιορτή εσυνέχισε με ένα ποίημα που απήγγειλε μια συμμαθήτρια μου, η Χριστίνα. «Είμαι μια Ελληνοπούλα» ελάλεν «και σαν μια Κυπριοπούλα» εσυνέχιζε.
Μια δασκάλα, εδιάβασε μια ομιλία μετά. Λλίο πιο απλοϊκή που τζείνη του διευθυντή μας. Σε κάποια σημεία, αραιά και που ανέφερε τζιαι την λέξη ειρήνη στην Κύπρο.
Η σκηνή που παίζει στο νου μου συνέχεια, άμα θυμούμαι τζείνη τη μέρα, εν όταν εφκήκε ένας μαθητής της έκτης τάξης τζιαι εφώναζε συνθήματα τα οποία έπρεπε να επαναλαμβάνουμε ούλλοι μαζί.
«Ένας είναι ο εχθρός, ο Ντεκτάς ο φαλακρός»
«Έξω οι Τούρκοι, από την Κύπρο»
«Η Αμμόχωστος είναι Ελληνική»
«Θέλουμε ειρήνη στην Κύπρο μας»
Η γιορτή ετέλειωσε με 2-3 τραγούδια που την χορωδία του σχολείου τζιαι μετά επήαμε στις τάξεις μας.
Ένιωθα πολλά συναισθήματα τα οποία εν είχα την ικανότητα να αναγνωρίσω, σε τζείνη την ηλικία. Οργή, λύπη, μίσος, περηφάνια. Είχα τζιαι πολλές ερωτήσεις, αλλά εν εθεωρούσα ότι έπρεπε να τες κάμω. Οι δασκάλοι μας εξέραν καλύτερα που μας, εν εχρειάζετουν να ξέρω κάτι παραπάνω από όσα μας ελαλούσαν.
Εσυνέχισα να σκεφτουμαι την γιορτή για ακόμα 10-20 λεπτά. Μετα εφκήκαμε διάλλειμα τζιαι ενδιέφερε με παραπάνω η μάππα, η καττίνα τζιαι το τρεχτό, παρά το πρόβλημα της Κύπρου.
Το μήνυμα εστάληκε όμως. Όπως το σφουγγάρι απορρόφησα το τζιαι επεράσαν χρόνια να μπορέσω να το ποσφίξω που το νού μου.
Οι Τούρκοι εν εχθροί μας, έννεν δαμέ ο τόπος τους, είμαστε περήφανοι Έλληνες, πρέπει να τους διώξουμε έστω τζιαι αν τούτο σημαίνει να θυσιάσουμε την ζωή μας τζιαι η ειρήνη εννα έρτει μόνο αν φύουν οι Τούρκοι που την Κύπρο. Το νησί εν δικό μας.
Η μηχανή συνεχίζει να παράγει.