Πρέπει να ήταν καλοκαίρι του 95 που εγνώρισα τον Σάββα. Ο ίδιος λαλεί ότι η φήμη μου έφτασε σε τζείνο χρόνια πριν, λόγο μιας διαμάχης που είχα με κάποιον συμμαθητή του τζιαι ότι κανονικά έπρεπε να τον θυμούμαι μιας τζιαι επαένναμε στο ίδιο σχολείο. Σημασία για μένα έσιει ότι εν μπορώ να τον θυμηθώ μες την ζωή μου πριν τζείνο το απόγευμα. Ακόμα μεγαλύτερη σημασία έσιει το ότι εν ένας που τους ελάχιστους ανθρώπους που επεράσαν που την ζωή μου, για τους οποίους θυμούμαι την πρώτη φορά που τους εσυνάντησα.
Εκατέβαινα περπατητός τον κατηφορικό δρόμο που ενώνει το πανεπιστήμιο Κύπρου με το γυμνάσιο Αγλαντζιάς. Ήταν γύρω στις 7 το δείλης τζιαι επέστρεφα σπίτι μου. Εν μπορώ να ανακαλέσω ακριβώς που ήμουν πριν, αλλά αν κρίνω που το σημείο που ξεκινά η ανάμνηση, πρέπει να ήμουν στο δημοτικό του Κορνέσιου, στο Λυκαβηττό, τζιαι να έπαιζα μπάσκετ.
Εν θα μπω σε λεπτομέρειες για το πως εν o δρόμος τζιαμέ, νομίζω εν αδύνατο να περιγράψω την ομορφιά τζείνου του δρόμου που περνά μέσα που το πυκνό δάσος. Όσοι εν που την περιοχή, σίουρα ξέρουν τον δρόμο τζείνο, που περνά έξω που το παλιό στρατόπεδο των διαβιβάσεων. Όσοι εν έχουν ιδέα που εν ο τόπος που λαλώ, ας πάν ένα απόγευμα στο δάσος της Αγλαντζιάς για περπάτημα τζιαι να πιάσουν τον δρόμο για να φκούν μέσα στο γυμνάσιο. Αν η Λευκωσία είσιεν Central Park, σίουρα θα ήταν το δάσος της Αγλαντζιάς.
Εσουρούππωνε τζιαι επέστρεφα όπως είπα σπίτι. Με τα ρούχα μου λερωμένα τζιαι δρωμένα τζιαι με την γεύση του παιγνιδιού να γεμώνει το στόμα μου.
Το παιγνίδι έσιει γεύση; Έσιει καλό! Τζιαι μάλιστα διάφορες.
Εν η γεύση χώμα, άμα ππέσεις με τα μούτρα μες τα χώματα για παράδειγμα, ή άμα τρώεις παγωτό τζιαι γλύψεις την κρέμα που έσταξε στο δάκτυλο σου, χωρίς να πλυθείς. Η γεύση γαίμα, ασπούμε, άμα χτάρεις το γόνατο σου τζιαι φιλάς το για να γιάνει πιο γλήορα. Μετά το μπάσκετ στον Κορνέσιο, είχα την γεύση άσφαλτος. Ήμουν ολόμαυρος τζιαι καταχταρμένος, αφού το γήπεδο του μπάσκετ ήταν ασφάλτινο τζιαι σίουρα είχα ππέσει καμια εικοσαρκά φορές χαμέ.
Σε τζείνη την ηλικία μόνο μπορείς να εκτιμήσεις το καλοκαίρι. Τα σούρουππα, άμα ετέλειωνε η μέρα, τζιαι ανυπομονούσες να ξημερώσει η επόμενη μέρα για να συνεχίσεις που τζιαμέ που έμεινες. Όση ώρα είσιεν μέρα, τόση ώρα είσιεν τζιαι παιγνίδι.
Έτσι τζιαι εγώ εκατέβαινα το κατήφορο τζιαι εσκέφτουμουν που θα έπαιζα τζιαι τι θα έπαιζα την επομένη.
Εσταμάτησε δίπλα μου ένα ποδήλατο. Εκαβαλληκούσε το ένας μιτσής με σχετικά μακριά, ξανθά μαλλιά, κουρτινούες. Λεπτός, μισκίνης. Η φάτσα του ήταν γνωστή αλλά εν τον έξερα η αλήθκεια ήταν.
Λαλεί μου, “Είσαι ο Σταυρίνος;”, λαλώ του “Ναι”, “Είμαι ο Σάββας.” λαλεί μου.
Μετά που τόσα χρόνια, ακόμα παραξενεύκει με το γεγονός ότι εμίλησε μου χωρίς να ήμαστε φίλοι. Εντάξει, τότε οι άνθρωποι ήταν πιο φιλικοί απο ότι σήμερα. Επίσης στα δεκαπέντε σου, ακόμα εν σου εφυτεύτηκε η καχυποψία τζιαι η ανθρωποφοβία, οπόταν εν πιο εύκολο σου να μιλήσεις σε κάποιον που εν ξέρεις. Τζιαι όμως, εγώ εν ήμουν τζιαι το πιο φιλικό πρόσωπο στον κόσμο. Πολλές φορές διερωτούμαι πως με ανέχουνταν τότε οι φίλοι μου. Ήμουν νευρικός, είρωνας, ανταγωνιστικός τζιαι αντικοινωνικός. Λόγο του ότι έτρωα πολλή πείραγμα στο σχολείο επειδή ήμουν μικροκαμωμένος, εξέλιξα μια αντικοινωνική συμπεριφορά για να αποπαίρνω οποιονδήποτε είσιεν μες το νου του να με πειράξει. Εξ’ ου τζιαι οι καυγάδες λόγο των οποίων η φήμη μου επροέτρεχε της παρουσίας μου.
Ο Σάββας όμως εμίλησε μου τζιαι εσυνέχισε να πατιθκιάζει σιγά, σιγά δίπλα μου ώσπου τζιαι επρότεινε μου να με κάτσει πας τα τιμόνια για να πάμε σπίτι.
Σάββας: Έσιεις ποδήλατο;
Σταυρίνος: Έχω ένα Kuwahara Scamp. Εν ξηλωμένο όμως. Δουλεύκω με τον παπά μου στα χτίσματα τζιαι φυλάω λεφτά να το βάψω τζιαι να το στήσω.
Σα: Που το ήβρες το Scamp;
Στ: Αντάλλαξα το με ένα άλλο που είχα, ένα Kuwahara Executive. Έδωκα το του Sparrow (γνωστός κοντραμπαδώρος της εποχής μας) τζιαι έδωκε μου το Scamp.
Σα: Είσαι παλαβός, το Executive εν πολλά καλύτερο που το Scamp. Ώστε εν που εσένα που ετσίμπησε το Executive ο Sparrow τζιαι έφερνε το τζιαι εχούμιζε μας το. (το ποδήλατο εν ήταν Executive τελικά, ήταν KE-1, εν ξέρω γιατί το λαλούσαμε Executive. Ήταν όμως εξαιρετικά σπάνιο τζιαι ακριβό.)
Στ: Εσύ που ξέρεις;
Σα: Έφερε το τζιαμέ στον Αγρότη που κάμνουμε ποδηλασία.
Κουβέντα στην κουβέντα, ερώτησε με τι μουσική ακούω. Είπα του ότι αρέσκει μου ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
Είπε μου ότι ο Παπακωνσταντίνου εν ένας μαλάκας που έπιασε τα τραούθκια του Άσιμου τζιαι έκαμε τα επιτυχίες τζιαι ότι εν του αξίζει να εν τζιαμέ που ένει. Τζιαι τότε εγώ, ερώτησα ποιός εν τούτος ο Άσιμος;
Μέτα που καμιά εβδομάδα, έφερε μου μια κασέττα γεμάτη με τραούθκια του Άσιμου. Έκατσε τζιαι εζωγράφισε το εξώφυλλο, έγραψε μου λίστα τραγουδιών στο πίσω μέρος τζιαι στο inseam του εξωφύλλου, έγραψε μου μια μικρή βιογραφία του Άσιμου. Έχω την κασέττα μέχρι σήμερα.
Τζιαι ο Σάββας εν δαμέ, μέχρι σήμερα. Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά. Εν πιο πασιής, πίννει παραπάνω μπύρες τζιαι εν βουρά αγώνες με τα κουρσέ. Πιάννει το mountain bike του ενίοτε, τζιαι πουκουππίζεται που τους κρεμμούς κάτω. Αγαπά το ποδήλατο όπως το αγαπούσε πάντα.
Μετά που τόσα χρόνια, θωρώ πίσω μου τζιαι ο Σάββας ήταν τζιαμέ, στες πιο σημαντικές στιγμές της ζωής μου. Στα πιο δύσκολα τζιαι στα πιο εύκολα. Εφάαμεν, ήπιαμε, εγελάσαμε, επιττώσαμε, εκλάψαμε, εχορέψαμε, εγυρίσαμε μαζί. Τούτα ούλλα έκαμα τα τζιαι με άλλους όμως.
Ο Σάββας έμαθε με ότι μπορείς να αγαπάς κάτι τζιαι κάποιον, χωρίς περιορισμούς τζιαι όρους. Ότι μπορείς να δώκεις τα πάντα, χωρίς να σκεφτείς, για να αποκτήσεις κάτι που θέλεις. Ότι μπορείς να είσαι ειλικρινής, φιλικός, καλοσυνάτος τζιαι ήρεμος, τζιαι ότι ο κόσμος, εννα το εκτιμήσει.
Πολλές φορές, εσκέφτηκα ότι εν αφελής, ότι εν επιπόλαιος. Έννεν έτσι όμως. Ο Σάββας εξέφυγε που τες σκέψεις-δεσμά που κατακλύζουν τους υπόλοιπους μας, την ώρα που ξεκινούμε να κάμουμε κάτι.
Την ώρα που εννα ππέσει που τον κρεμμό, εννα ππέσει τζιαι μετά εννα σκεφτεί ότι ίσως να έπρεπε να το σκεφτεί λλίο καλύτερα. Εγώ εννα κάτσω στην άκρη τζιαι να σκέφτουμε ακόμα τες συνέπειες του αν δεν τα καταφέρω.
Εν τα καταφέρνει πάντα, εν η αλήθκεια. Αλλά πάντα έρκετε πίσω που κάθε χτύπημα, με την ίδια ευδιαθεσία τζιαι την ίδια αισιοδοξία. Εν σάννα τζιαι εν συνέχεια ευγνώμων που ζει, που εν δαμέ. Πράμα που πολλοί που εμάς εν κάμνουμε.
Είδα τον τζιαι κακοδιάθετο, νευριασμένο, πληγωμένο. Είδα τον να κλαίει τζιαι να φωνάζει, πληγωμένος που τους ανθρώπους τζιαι που την ζωή. Ήταν που τες πιο δυσάρεστες εμπειρίες της ζωής μου. Είδα τον όμως να θωρεί μπροστά τζιαι να συνεχίζει.
Ξέρω ότι έζησε πράματα που πολλοί που εμάς εν θα αντέχαν. Πράματα, που πολλοί εννα εφταίαν την ζωή τζιαι τον κόσμο ώσπου να πεθάνουν, λόγο του ότι εζήσαν τα. Τζείνο που εγεννήθηκε μέσα που τζείνα ούλλα, εν ένας καλοπροαίρετος τζιαι φιλικός άνθρωπος που μπορεί να κάμει τα πάντα για να σε βοηθήσει. Ένας άνθρωπος που ούλλη του η ύπαρξη φωνάζει, είσαι τυχερός που είσαι δαμέ, πρέπει να είσαι ευγνώμων.
Έσιει ελαττώματα, ξέρω το. Ποιός έν έσιει; Θώρω όμως ότι μέσα που τα χρόνια της φιλίας μας, μινήσκουν μου τα θετικά πράματα. Ο Σάββας, εν κάτι παραπάνω που αδελφικός μου φίλος. Ο Σάββας εν ένας άνθρωπος που με κάμνει να θέλω να γινώ τζιαι εγώ καλύτερος, άνθρωπος. Τζιαι είμαι τυχερός που τζείνο το σούρουππο, εβρέθηκε στον δρόμο μου.