Έκατσα καμπόσο τζιαιρό τον μύλο. Εφάαν με οι δουλείες, οι έρωτες τζιαι τα παιχνίθκια του Wii τζιαι του κομπιούτερ. Ναι, δηλώνω δημόσια ότι κατά βάθος είμαι αθεράπευτα ρομαντικός τζιαι πάνω που ούλλα geek.
Όπως τζιαι να έσιει. Σήμερα το πρωί, ήρτα με το αυτοκίνητο δουλεία. Συνήθως σύρνω μέσα κανένα CD τζιαι περνά η ώρα μου ώσπου να φτάσω στον προορισμό μου. Τα πρωινά όμως, εν ξέρω γιατί, θέλω να ακούω ράδιο. Βασικά γουστάρω να ακούω πλάσματα να μιλούν, έστω τζιαι αν λαλούν μαλακίες, δια μου μιαν αίσθηση νομίζω του ότι εν εσηκώθηκα μόνος μου που το χάραμα, ότι η πόλη εξύπνησε.
Σε ένα σταθμό λοιπόν σήμερα (εν ξέρω ποίον, ένα πουτζίνους που παίζουν τα ίδια τραούθκια ούλλη μέρα, τζιαι ούλλοι τους οι εκφωνητές εν καλαμαράες) έδωκα πάνω σε ένα τραούδι της Δέσποινας Ολυμπίου. Μια συμπαθητική μαλακία, ποτζίνες που ακούουν οι 12χρονες στα πάρτι γενεθλίων τους σαν παίζουν κουμέρες. Το τραούδι, όπως εφρόντισε να μας πληροφορήσει ο συμπαθέστατος εκφωνητής παρέα με την «φακκώ-πας-τους-τοίχους-που-την-χαρά-μου» συν-εκφωνήτρια του, το έγραψε ο Μιχάλης Χατζηγιάννης. Δικά μας παιδία τζιαι οι δύο τους.
Το τραούδι, για όσους θέλουν να το ακούσουν τζιαι να εκφέρουν γνώμη, εν το «Πες το δυνατά». Το τραούδι επίσης, εν κλεμμένο ως επι το πλείστον που το «Hot Stuff» της Donna Summer, χιτάκι της δεκαετίας του ’80 που ακόμα ακούετε μέσα, μέσα. Άμα τζιαι άκουσα το, ήρταν στον νου μου τζιαι τα άλλα τραούθκια που εσύναξε ο Χατζηγιάννης τζιαι έκαμεν τα δικά του. Για παράδειγμα το «Passenger» του Iggy Pop (καλά μιλούμε για ιεροσυλία δαμέ) τζιαι το «Aicha» του Khaled (εν αναφέρνω την μαλακία που έφκαλεν ο Μπίγαλης πριν καμια 10ρκα χρόνια). Καλά ο άνθρωπος εν έσιει με ιερό με όσιο. Θεωρεί τον εαυτό του τραγουδοποιό τζιαι κλέφκει αβέρτα μουσικές που άλλους.
Πράμα που στην προκειμένη περίπτωση, εν επιεικώς ηλίθιο, αφού τα τραούθκια που κλέφκει εν ξένες επιτυχίες, οπόταν εν εύκολο για κάποιον να το καταλάβει ότι εν κλεμμένα. Πως τούτος ο άνθρωπος αποκαλεί τον εαυτό του μουσικοσυνθέτη, αφού την μουσική κλέφκει την ενώ έπρεπε να την συνθέτει;
Εν τζιαι εν μόνο ο Χατζηγιάννης όμως, πλέον επαρασίεσαν το ούλλοι. Μιλούμε εν έσιει τραούδι που να μέννεν κλεμμένο που κάποιον άλλο. Έσιει πολλές κατηγορίες επανάληψης τζιαι κλεψιάς τζιαι πολλούς «δημιουργούς». Ο αρχηγός όμως ένας ένι. Βασικά, αν ήταν σε ινδιάνικη φυλή ο τύπος, θα ήταν σίουρα wannabe βάρδος τζιαι θα τον αποκαλούσαν «Ο Κλεμμένος Πόρτος». Μιλώ φυσικά για τον Φοίβο.
Καλά ο τύπος κλέφκει ότι φτάσει. Στις εκκλησίες της περιφέρειας, εν τον αφήννουν να μπαίννει επειδή εννα τους κλέψει τες λειτουργίες να τες κάμει χιτάκι να το δώκει της Βανδή. Ότι του σύρεις πίαννει ο παρέας, το theme της Φρουτοπίας, τον εθνικό ύμνο της Σιέρα Λεόνε, σιονούι του ραδίου. Οι φίλοι του μάλλον φοούνται να κλάννουν δίπλα του επειδή ηχογραφά τους τζιαι κάμνει τα ριμίξ.
Τελευταίως είδα ένα βίτεοκλιπ, με την Βανδή. Τραούδι του Φοίβου, το «Θέλω». Μιλούμε είναι φτίμμα, γλίμμα το «Clocks» των Coldplay. Τραούδι που ήταν επιτυχία πέρσι. Πλέον εν έσιει ούτε την ευγένεια να περιμένει να ξεχαστεί ένα τραούδι. Κλέφκει το μόλις το ακούσει. Γιατί να χάννει χρόνο άλλωστε;
Η αποκορύφωση εν ότι τούτοι οι τύποι, κατηγορούν τον κόσμο ότι αγοράζει πειρατικά CD τζιαι τους τύπους που τα κατεβάζουν, πειρατές. Πειρατεία πας την πειρατεία γίνεται; Αφού ρε φίλε εσύ πρώτος κλέφκεις την μουσική που πουλάς, πως έσιεις την απαίτηση που τον κόσμο να την αγοράζει;
Εγώ προσωπικά, εν κατεβάζω έτσι μαλακίες. Εν βρωμίζω τους δίσκους μου με τες αθλιότητες που τραουδά η κάθε τσούλλα τζιαι γράφει ο κάθε ηλίθιος. Αλλά τζιαι τζίνοι που τα κατεβάζουν καλά κάμνουν, παρά να τα γοράζουν δηλαδή. Τώρα ρε, όποτε καυλώσει του Φοίβου, της Βανδή, της Βίσση τζιαι του κάθε νου που νομίζει ότι εν μουσικός, να φκάλει δίσκο, να πιέννει ο κόσμος να το γοράζει. Εν είσιεν να κάμνει άλλη δουλεία, είσιεν να τρώει ούλλες του τες λίρες πας τα CD. Ένα CD που αξίζει να το γοράσεις γιατί όχι; Τελευταία εγόρασα μια πολλά σπουδαία συλλογή με Funk, τον δίσκο του Τέρλικκα «Στ’ αγνάρκα των τζιαιρών» τζιαι το «Echoes» των Pink Floyd.
Η Κοκκίνου κάθε χρόνο φκάλλει τραούδι που λαλεί κάτι για το μωρό της. Όι «Μωρό μου sorry», «Μωρό μου bye», «Μωρό μου σκάσε», «Μωρό μου καλησπέρα», «Μωρό μου τα υγρά σου», «Μωρό μου ατελείωτο, μου χεις κάνει το βίο, αβίωτο». Σκεφτείτε να αγοράζεν ο κόσμος ούλλα τα CD της. Σχεδόν 40 λίρες, για την ίδια μαλακία, τέσσερις φορές σωστά; Δαμέ σώβρακα, τζιαι σκέφτεσαι να αγοράσεις τέσσερα τα ίδια, όχι CD!
Η μόδα τωρά, λαλεί να πιάννουν ξένες επιτυχίες τζιαι να τες μετατρέπουν σε Ελληνικές μαλακίες τες οποίες αποκαλούν «διασκευές». Τζίνη η Πρωτοψάλτη, ότι φτάσει τραουδά, εν η τραουδίστρια για όλες τις δουλείες. Όπως του γιατρούς χωρίς σύνορα, αλλά για τραούθκια μαλακίες, ένα πράμα. Επρίσαν μας με το «Αν είσαι σπίτι». Αφού μόνο ο τίτλος, εν ηλίθιος ρε γαμώτο. Ακούεις τον τζιαι γελάς! Τζιαι εν τζιαι κακή αντιγραφή του «It’s a pity» της Tanya Stephens.
Γενικά η μουσική εν είδος προς εξαφάνιση. Στην Ελλάδα, εν υπάρχει πλέον μουσική, τουλάχιστον σε κάποια επίπεδα. Το Ροκ επέθανε την δεκαετία του ’90, το Λαϊκό ακόμα ποιο παλιά, το έντεχνο εν υπήρξε ποττέ απλά έτσι αποκαλούν τζίνους που εν μπορούν να τους κατατάξουν κάπου, το χιπχοπ ψυχομασιεί τζιαι ο χάρος λείπει. Υπάρχουν ίσως underground τζιαι alternative μουσικές που εν πολλά καλές, αλλά σίουρα οι εταιρείες εν θα τες προωθήσουν ποττέ τζιαι το ποιο πιθανόν να μεν φτάσουν ποττέ στα αυτιά μας.
Γιαυτό τζιαι εγώ το πρωί εννα βάλλω νέα τζιαι ομιλίες πολιτικών που το ράδιο, τζίνοι λαλούν αυθεντικές μαλακίες. Τουλάχιστον προσπαθούν να μεν τα κλέφκουν ο ένας που τον άλλο.