Δευτέρα νύχτα.
Επίεν στο γνωστό μπαράκι, να έβρει τους υπόλοιπους της παρέας τζιαι να πιει το καθιερωμένο ποτό της Δευτέρας.
Το συγκεκριμένο στέκι, ανακάλυψεν το ο Κώστας πριν περίπου δύο χρόνια τζιαι που τότε αφιερώσαν μια μέρα να βρέθουντε τζιαμέ να πίνουν το ποτό τους τζιαι να κάμνουν μια ανασκόπηση του Σαββατοκύριακου που επέρασε.
Ποττέ εν έρκουνταν ούλλοι όμως. Τις παραπάνω φορές ήταν μόνο δύο άτομα που την παρέα. Εσυχνάζαν τόσο συχνά όμως τζιαμέ, που ακόμα τζιαι ο μπάρμαν έγινε φίλος τους. Έτσι ούλλοι εξέραν ότι, τζιαι μόνοι τους να επιένναν, είσιεν να έχουν κάποιο να μοιραστούν ένα ποτό τζιαι να κόψουν μια κουβέντα.
Επαράγγειλε το συνηθισμένο του ποτό, που όπως του ελάλεν ο μπάρμαν ήταν γενετζίσιμο, τζιαι εκούμπησε, με την πλάτη του γυρισμένη στο μπαρ τζιαι τα πόδια του σταυρωμένα.
Ο Αντρέας, είσιεν την θεωρία ότι οι Δευτέρες εν οι ποιο εύκολες μέρες να φκάλεις γενέκα στο μπαρ. Η θεωρία του ελάλεν ότι, επειδή τες Δευτέρες εν πάει πολλής κόσμος, οι άμεσες επιλογές των γενεκών εν περιορισμένες. Με την λογική τούτη, άμα έρτει καμία ωραία τζιαι κολλήσεις της, το ποιο πιθανών είναι ότι ως το τέλος της νύχτας θα την ψήσεις τζιαι γιατί όχι θα φανείς τζιαι «τυχερός», αφού εν θα υπάρχει μεγάλο εύρος άμεσης σύγκρισης μες το μπαρ, τζιαι η γκόμενα μάλλον εννα αρκεστεί με ότι της έφερε η μοίρα στην προκειμένη περίπτωση.
Η θεωρία του Αντρέα, ήταν απλά μια θεωρία. Για τους φίλους του, μια αποτυχημένη θεωρία, αφού εν υπήρχε απόδειξη ότι τούτη η στρατηγική απέφερε ποττέ αποτελέσματα.
Το μόνο που επετύχενε ο Αντρέας, ήταν να σάζετε, να αρωματίζετε τζιαι να πιέννει στο μπαρ κάθε Δευτέρα. Να κάθετε με τον ίδιο τρόπο κάθε φορά, να πίνει το ίδιο ποτό τζιαι ακολούθως να πιέννει την ίδια ώρα, μόνος του σπίτι. Πάντα με την ελπίδα ότι την επόμενη φορά, η σοβαρή συν περιποιημένη γκόμενα, με τα ξανθά μαλλιά τζιαι το μικροκαμωμένο κορμί εννα αποφασίσει να επισκεφτεί το μπαρ τζιαι εν τέλει, θα του «κάτσει».
Επερίμενε αρκετή ώρα τζείνη την Δευτέρα, αλλά το μπαρ ήταν όφκιερο. Ήταν Χειμώνας, ο κόσμος επροτιμούσε να κλειδώνετε σπίτι παρά να γυρίζει τα μπαρ. Ούτε κανένας που τους παρέες του εφάνηκε, αλλά το σημαντικότερο, ούτε καμία γκόμενα. Μόνο τζείνος τζιαι ο μπάρμαν.
Ο Αντρέας να ρουφά σιγά, σιγά το μαρτίνι του τζιαι ο μπάρμαν να καθαρίζει ποτήρια με την πετσέτα. Σαν ταινία νουάρ με τον Τζάκ Λέμον, στην Νέα Υόρκη του ’50.
Εγύρισε τζιαι είδε το πρόσωπο του στον καθρέφτη πίσω που το μπαρ.
Ένας φαλακρός μεσήλικας, με μπυρόκοιλο, ντυμένος σαν έφηβος, να περιμένει η ώρα 12:00 την νύχτα, την ευκαιρία να γ….σει.
Άφηκε ένα δεκάευρω, τζιαι εσηκώθηκε να φύει. Την άλλη Δευτέρα, πάλε δαμέ εννα είναι.