Εν έχουμε πολλά να πούμε πίον.
Η κούραση της μέρας, η κούραση της ζωής, η μονοτονία της καθημερινότητας. Ούλλα λλίο, πολλά επαίξαν ρόλο, εβοηθήσαν να απομακρηνθούμε ο ένας που τον άλλο.
Μέρα με την μέρα συμπεριφερούμαστε παραπάνω σαν δορυφόροι ο ένας στην ζωή του άλλου.
Ο ένας στην τροχία της ζωής του άλλου, να γυρίζει ασταμάτητα τζιαι αδιάφορα, επ’ αόριστον. Μάλλον ώσπου να λείψει η παταρία του μια μέρα.
Σκέφτουμε χρόνια να σου μιλήσω, να σου πώ ότι άρκεψα να σε ξεχάννω. Η γενέκα που αγάπησα στα κοσπέντε μου, εν μια απομακρισμένη ανάμνηση πλέον. Κάθε φορά όμως κάτι μπαίννει μες την μέση.
Πότε τα μωρά, πότε η δουλεία, κάποιες φορές οι καυκάες μας. Οι υποχρεώσεις μας συνήθως, ότι πάντα έχουμε κάτι να κάμουμε, κάπου να πάμε, κάποιον να δούμε.
Τους γονιούς μου, τους δικούς σου, τους φίλους μας, τους συναδέλφους μας.
Με ούλλους βρεθούμαστε συχνά.
Εμείς βρεθούμαστε, στην τελική, μόνο πέντε λεπτά κάθε νύχτα.
Όσο χρειάζεται για να ποτζοιμηθεί ο καθένας στην μερκά του, στο κρεβάτι μας.
Εν απίστευτος ο τρόπος που εμάθαμε να ζούμε, μετα που τόσα χρόνια ο ένας δίπλα στον άλλο. Εντελώς μηχανικά.
Ούλλα εν σε μια άψογη γραμμή κίνησης, όπως τες τροχαλίες που συσκεύαζουν μπουκάλια στα εργοστάσια.
Το πότε εννα φάμε, το πότε εννα τζοιμηθούμε, ακόμα τζιαι το πότε θα κάμουμε έρωτα.
Κάποτε άνοιες την πόρτα την ώρα που έκαμνα ντούς τζιαι έφκαλλες τα ρούχα σου για να μπείς μέσα μαζί μου.
Τωρά απλά κτυπάς μου την πορτά για να κάμνω γλήορα, μάλλον επειδή βιάζεσαι να λουστείς, να είσαι τελειωμένη με στεγνά μαλλία, την ώρα που εννα δείχνει «Τα μυστικά της Εδέμ» η τηλεόραση.
Σήμερα το πρωί εστάθηκα προφίλ μπροστά που τον καθρέφτη τζιαι εθωρούσα την τζοιλία που εκατέβασα. Άρκεψα να γερνώ..τζιαι εσύ το ίδιο.
Εν ήξερα ότι η ηλικία, εν αντιστρόφως ανάλογη της θέλησης για ζωή.
Όσο μεγαλώνουμε, τόσο βαρκούμαστε να ζήσουμε, τόσο τραβιούμαστε τζιαι κλειούμαστε στο προσωπικό μας κελί.
Νίωθω ότι εκάμαμε το χρεός μας στην κοινωνία, εγνωριστήκαμε, επαντρευτήκαμε, εκάμαμε μωρά..
Πλέον το μόνο που μεινίσκει είναι να περιμένουμε.
Να περιμένουμε την μέρα που θα πεθάνουμε, είτε που μια αρρώσκια, είτε που κάποιο δυστήχημα ή στην σιειρόττερη περίπτωση, που φυσικά αίτια. Μετά που πολλά χρόνια δηλαδή..
Εν λλίες που τες πολλές ασυνάρτητες τζιαι παράξενες σκέψεις που γυρίζουν μες το νού μου που και που.
Χρειάζεται πολλή θάρρος να σου μιλήσω, να σου πώ ούλλα όσα νίωθω.
Να σου πώ ότι επεθύμισα σε. Να δώ αν σκέφτεσαι τζιαι εσύ το ίδιο.
Χρειάζεται πολλή θάρρος, αλλα τζιαι εσύ εν βοηθάς.
Με το να κάθεσαι απέναντι μου τζιαι να θκιαβάζεις το “Madame Figarro” αντί να μου μιλάς.